Κυριακή 20 Αυγούστου 2017

Άγιοι Ανάργυροι: Αναμνήσεις, Περιπλανήσεις......Στιγμές και άλλα!


* Για τον Τόπο Γέννησής μου(Δρ. Θεόδωρος Σωτ. Κουσουρής)

Σε ένα Οδηγό της Αθήνας του 1907 διαβάζουμε «……..Άγιοι Ανάργυροι απέχοντες των Αθηνών ώραν μίαν (1). Κάτοικοι δέκα (10) ». ΄Ηταν τότε αγροτική τοποθεσία στη νότια άκρη του κτήματος της βασίλισσας Αμαλίας. Πήρε το τοπωνύμιό της από τον ομώνυμο ναό. Στην ευρύτερη περιοχή πριν από τη δημιουργία της συνοικίας των Αγίων Αναργύρων, στις αρχές της δεκαετίας του ’20, υπήρχαν οι αγροτικοί οικισμοί, τα χωριά,  Κάτω Λιόσια,  Άνω Λιόσια, Καματερό και Μενίδι (σήμερα Αχαρνές). Οι προ-παππούδες των κατοίκων αυτών των περιοχών, λέγεται ότι είχαν έλθει στην Αττική από το Άρμπερον, (σημ: περιοχή της αρχαίας Ιλλυρίας) κατά την περίοδο της κυριαρχίας των Καταλανών. Τα ίδια περίπου ισχύουν και για το Μενίδι. Οι ''σκληροτράχηλοι'' Αχαρνείς, σύμφωνα με τον Αριστοφάνη, κατά τη διάρκεια του ελληνικού μεσαίωνα εμπλουτίστηκαν με νέους πληθυσμούς που αποτελούνταν από νομάδες και γεωργούς. Οικογένειες με πατριαρχική δομή, κλειστές και έντονα εσωστρεφείς. Με το πέρασμα του χρόνου μεγάλο τμήμα της περιοχής περιήλθε στην κατοχή τους. Νότια υπήρχαν κτήματα Αθηναίων μεγαλονοικοκυραίων που δεν κατοικούσαν στην περιοχή. Κάποιοι από αυτούς, ανάμεσά τους και δυο – τρεις ξένοι, τα αγόρασαν για μακρόχρονη επένδυση γης. Άλλοι τα απέκτησαν με προικοσύμφωνα και συνήθως τα νοίκιαζαν σε νησιώτες και άλλους για να τα καλλιεργήσουν.
Οι Άγιοι Ανάργυροι αναγνωρίζεται ως κοινότητα στις 29 Σεπτεμβρίου του 1927. Προήλθαν όταν αποσπάσθηκε ο εκεί οικισμός από την κοινότητα των Κάτω Λιοσίων (Νέα Λιόσια και σημερινό ΄Ιλιον) που ανήκε τότε στο Δήμο Αθηναίων. Αργότερα, το 1963, οι Αγιοι Ανάργυροι έγινε δήμος των δυτικών προαστίων της Αθήνας, με έκταση περίπου 3 τετρ.χλμ.
Η απογραφή το Μάϊο του 1928 εμφάνισε 1057 κατοίκους, οι οποίοι επέλεξαν την περιοχή για εγκατάσταση εξαιτίας του καλού κλίματος και της συμφέρουσας τιμής της γης. Κατά την οκταετία 1920-28, ο πληθυσμός του οικισμού των Αγίων αυξήθηκε εντυπωσιακά, φθάνοντας τους 1.807 κατοίκους. Τα δημοτολόγια της Κοινότητας που άνοιξαν το 1935, οκτώ χρόνια μετά την ίδρυσή της, καταγράφονται 364 οικογένειες και οι τόποι καταγωγής τους ήσαν Αιγαιοπελαγίτες με 82 οικογένειες, Κρητικοί με 59, Πελοποννήσιοι με 56, από το κέντρο της Αθήνας 54, Μικρασιάτες 46, και πολύ λιγότεροι από την Στερεά Ελλάδα, τα Επτάνησα, Θεσσαλοί και άλλοι. Σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία του δημοτολογίου του Δήμου των Αγίων Αναργύρων, ο αριθμός των εγγεγραμμένων δημοτών στο Δήμο Αγ. Αναργύρων σχεδόν διπλασιάστηκε στην περίοδο 1981-2007. Από 16.782 εγγεγραμμένους δημότες το 1981, το 1991 ήταν 24.085, το 2001 ήταν 31.372, το 2005, 32.421 και το 2007,  32.204 δημότες. Ο πληθυσμός αυτός αναμενόταν ότι θα υπερβεί κατά πολύ τις 60.000 άτομα, το 2010. Το σημαντικότερο όμως είναι ότι με την προσέλευση πολλών αλλοδαπών στην περιοχή, ιδίως την τελευταία δεκαετία,  δημιουργήθηκε μεταβολή της πληθυσμιακής σύνθεσης της περιοχής, κατάσταση η οποία καταγράφεται αντίστοιχα σε πολλές περιοχές της δυτικής και ανατολικής πλευράς του Λεκανοπεδίου της Αττικής.
Ιστορικά,  τα Κάτω Λιόσια ή Νέα Λιόσια,  αποτελούσαν μαζί με το Μενίδι τα κεφαλοχώρια της βορειοδυτικής περιοχής των Αθηνών στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ου αιώνα.
Σταθμό στην ιστορία της εξέλιξης του ευρύτερου χώρου Λιόσια, Αγ. Ανάργυροι, Μενίδι, Καματερό, αποτέλεσε η πρώτη ανεξαρτητοποίησή του από το Δήμο Αθηναίων, με την επωνυμία «Κοινότητα Νέων Λιοσίων». Τότε στη διοικητική περιφέρεια της νέας Κοινότητας περιλαμβάνονται οι περιοχές Δραγουμάνο, Μιχελή, Άγιος Βασίλειος, Άγιος Γεώργιος, Άσπρα Χώματα, Ρουπάκι, Μπουρνάζο, Γκονέα, Παλιά Εκκλησία, Άγιοι Ανάργυροι, Φλέβα, Ανάκασα, Δερβιγασού, Σκουντούπι και Γεροβουνό. Μία τεράστια περιοχή, που τότε συμπεριελάμβανε εκτός από την περιοχή του σημερινού Δήμου Ιλίου και το μισό περίπου Περιστέρι, το μεγαλύτερο τμήμα του σημερινού Δήμου Καματερού και ολόκληρους τους σημερινούς Δήμους Αγίων Αναργύρων και Πετρούπολης. Πρώτος Πρόεδρος της κοινότητας φέρεται ο Στάμος Κ. Λιόσης, τον οποίο θα διαδεχθεί το 1927 ο Αθανάσιος Κ. Λιόσης, το 1929 ο Ανδρέας Καρακίτσοςκαι μετά ο Ηλίας Χιονάκος, ο Ευάγγελος Λιόσης, ο Νικόλαος Νώε, κλπ. Τα πρώτα χρόνια της κοινότητας ήταν δύσκολα με σωρευμένα προβλήματα της ύδρευσης, της άρδευσης, των υποδομών οδοποιίας, της επέκτασης του σχεδίου πόλης, κ.ά. Το 1926, εγκρίθηκε η επέκταση του εγκεκριμένου, ρυμοτομικού σχεδίου και το έτος 1927, για πρώτη φορά, ηλεκτροδοτούνται τα Νέα Λιόσια από τη μικρή ιδιωτική ηλεκτρική εταιρεία του Διονυσίου Σουρή.
Στην περιοχή των Αγίων Αναργύρων, από τις αρχές του αιώνα, που τότε ακόμη ανήκε στην κοινότητα των Νέω Λιοσίων, υπήρχε περιορισμένος αριθμός ιδιοκτησιών, όπως π.χ. τα Λιοσότικα (Φλέβες - Τσούμπα), τα Μενιδιάτικα (Ανάκασα, Αγία Παρασκευή, Ρώσικα), τα Παπασταματέικα (Μυκονιάτικα) καθώς και κάποιες άλλες ιδιοκτησίες, όπως οι ιδιοκτησίες Τσίγκου, Μάμαη, Αττάρτ, Μαργατίνα και Κάμπελμπατς.  Στην τότε περιοχή των Αγίων κυριαρχεί η αγροτική ζωή. Ελιές, αμπέλια και κηπευτικά υπάρχουν παντού, λόγω του νερού που υπάρχει στα πηγάδια της περιοχής και ρέει άφθονο και καθαρό από τον Κηφισό για το πότισμα των αγρών και των ζώων. Στην περιοχή κοντά στο ποτάμι αναπτύσσονται θερμοκήπια και μεγάλες ανθοκομικές μονάδες, όπως του Φλεριανού, του Πονηράκη και του Αγαλιώτη.
Το 1927, που αποσπάται ο συνοικισμός των Αγίων Αναργύρων από την κοινότητα των Νέων Λιοσίων, αναγνωρίζεται ως ανεξάρτητη Κοινότητα. Στη  νέα Κοινότητα των Αγίων Αναργύρων εγκαθίστανται άνθρωποι από όλη την Ελλάδα. Η πρώτη κοινωνική ομάδα που εμφανίζεται τότε είναι οι Μυκονιάτες, αλλά και άλλοι νησιώτες, όπως από τη Νάξο, την Άνδρο, τη Σέριφο και την Κρήτη που αποτελούν βασικό κορμό του πληθυσμού της περιοχής. Επίσης, στον πληθυσμό της περιοχής έρχεται να προστεθεί ένας σημαντικός αριθμός προσφύγων, κυρίως από τη Μικρά Ασία.. Από τις κοντινές συνοικίες της Αθήνας, τα Σεπόλια και τον Κολωνό, ανέβηκαν στα Θυμαράκια, στον Άτλαντα και πιο πάνω ακόμη, πέρασαν τις Τρεις Γέφυρες «χτίζοντας και σοβαντίζοντας» όπως αφηγούνται, για να βρουν φτηνή γη.
Πρώτος Κοινοτάρχης των Αγίων Αναργύρων ήταν ο Παναγιώτης Μανωλέσης (20-2-28 έως 3-5-28) και πρώτος ιερέας τοποθετείται ο παπά Μανώλης Χωριανόπουλος, ο οποίος τελεί και την πρώτη λειτουργία στον Ιερό Ναό Αγίων Αναργύρων το 1927. Η εκκλησία των Αγίων Αναργύρων, Κοσμά και Δαμιανού, καταλαμβάνει την εποχή εκείνη μόλις λίγα τετραγωνικά μέτρα. Την εκκλησία τότε περιέβαλαν κυπαρίσσια και πεύκα, ενώ υπήρχε και μια βρύση μπροστά της. Στα τέλη της δεκαετίας του ’30, η εκκλησία οικοδομείται με την τωρινή της μορφή, ενώ το 1937 αρχίζει η οργανωμένη λειτουργία του νεκροταφείου. Δίπλα στην εκκλησία των Αγίων Αναργύρων και μέσα σε μια παράγκα στεγάζεται καταρχήν το 1ο Δημοτικό Σχολείο της περιοχής. Αργότερα, στον ίδιο χώρο, σε παράγκες και σε στρατιωτικά τόλλ , στεγάζεται το ΠΙΚΠΑ και το Κοινοτικό Ιατρείο. Το Κοινοτικό Κατάστημα λειτουργεί για πρώτη φορά στη γωνία Ι. Μέρλα και Λεωφ. Δημοκρατίας, που τότε λεγόταν Λεωφ. Βασιλίσσης Φρειδερίκης, θέση στην οποία βρίσκεται το σημερινό Δημαρχείο. Η ασφαλτόστρωση της οδού Μενιδίου γίνεται για πρώτη φορά την περίοδο εκείνη. Στην αρχή του ίδιου δρόμου, όπου βρισκόταν το σπίτι του Γιάννη Καράμπελα, στεγάζεται ο πρώτος Αστυνομικός Σταθμός των Αγίων Αναργύρων. Την περίοδο εκείνη κατασκευάζεται το Ηρώο των Πεσόντων, δίπλα στην Εκκλησία. Παραδίπλα, στο σημερινό πευκώνα υπήρχε το ποδοσφαιρικό γήπεδο της τοπικής ομάδας, όπου και γινόντουσαν οι γυμναστικές επιδείξεις στο τέλος κάθε σχολικής χρονιά. Δίπλα στο Κοινοτικό Κατάστημα βρισκόταν επίσης το Δασαρχείο, εγκατεστημένο σε ένα ωραίο νεοκλασικό κτίσμα που καταστράφηκε αργότερα, μαζί με το κτίριο της Κοινότητας, από τους Γερμανούς. Παλαιότερα στην περιοχή αυτή, καταβαλλόταν ο ‘’ Φόρος της Δεκάτης’’ που είχε επιβληθεί από τους Τούρκους και συνεχίστηκε και επί  Όθωνα, μέχρι την κατάργησή του από τον Χαρίλαο Τρικούπη το 1880. Αυτό το φόρο πλήρωναν όσοι πήγαιναν αγροτικά προϊόντα προς πώληση στην Αθήνα. Φόρος επίσης καταβαλλόταν και κατά τη διέλευση από τις ‘’Τρεις Γέφυρες’’ που ονομάζονταν ‘’Βασιλικές Γέφυρες’’ γιατί είχαν κατασκευασθεί από τον Όθωνα. Στην περιοχή των Τριών Γεφυρών το 1898 είχε κατασκευασθεί και το γνωστό κέντρο διασκέδασης του Καρυστινού, που αποτελούσε σημαντική μονάδα ψυχαγωγίας, λόγω της οικονομικής άνθησης της περιοχής Μέχρι την επίσημη σύνδεση της περιοχής με τη ΔΕΗ, η ηλεκτροδότηση της περιοχής γίνεται από διάφορες ιδιωτικές εταιρίες, ενώ σημαντικό μέρος της περιοχής ηλεκτροδοτείται από την αγγλική εταιρία Πάουερ  που μετεξελίχτηκε σε ΔΕΗ. Τότε, η συλλογή των σκουπιδιών γινόταν με κάρα από ιδιώτες, ενώ η έλλειψη νερού είναι ιδιαιτέρως σοβαρή τα καλοκαίρια. Οι κάτοικοι υδροδοτούνται με νερό από πηγάδια, ενώ η εγκατάσταση του πρώτου κοινόχρηστου κρουνού γίνεται το 1936 στα Μυκονιάτικα. Την ίδια χρονιά, οι τότε Σιδηρόδρομοι Πειραιώς – Αθηνών – Πελοποννήσου (Σ.Π.Α.Π.) κατασκευάζουν νέο σταθμό στους Αγίους Αναργύρους. Οι γραμμές Λαυρίου (έπαψαν να λειτουργούν τη δεκαετία του ’80) διασχίζουν υπόγεια την οδό Μενιδίου, στο ύψος του τεκέ του Γκραβαρά.
Η κεντρική πλατεία των Αγίων Αναργύρων, που ήταν για μεγάλο χρονικό διάστημα ελαιώνας,   ανήκε στο μεγάλο κτήμα Σερπιέρη που κάλυπτε την περιοχή και παραχωρήθηκε στην Κοινότητα στις αρχές του ’50. Σημειώνεται ότι το κτήμα Σερπιέρη μέχρι το 1878 ανήκε στον Γεώργιο Παχύ, ο οποίος το έδωσε προίκα στην κόρη του Λαυρία όταν αυτή παντρεύτηκε τον Giovanni Baptista Serpieri, μέλος της γνωστής οικογένειας  που είχαν την εκμετάλλευση των μεταλλείων του Λαυρίου και της Σερίφου.
Η πόλη των Αγίων Αναργύρων σε όλο το μήκος της ακολουθεί την κατεύθυνση των σιδηροδρομικών γραμμών Πελοποννήσου, Λαρίσης και Λαυρίου. Ουσιαστικά περικλείεται από τον Κηφισό, το ρέμα της Καναπιτσερής, κομμένη στα τρία από τις γραμμές ΣΠΑΠ, ΣΕΚ, τη γραμμή Λαυρίου η πόλη των Αγίων είναι η πόλη των τραίνων. Δυο σταθμοί, αμαξοστάσια, υπόγειες κι επίγειες διαβάσεις, γέφυρες, μπάρες, φυλάκια, Νωπές είναι ακόμα οι εικόνες από τα ορύγματα - νεκροταφεία με τα σιδερένια κουφάρια των ατμομηχανών και τα ξεχαρβαλωμένα βαγόνια.
Από πολύ παλιά, όχι μόνο για τους κατοίκους της πόλης, η 30η Ιουνίου και η 25η Ιουλίου παραμονές της γιορτής των Αγίων Αναργύρων και της Αγίας Παρασκευής, πέρα από το θρησκευτικό περιεχόμενό τους, προσέφεραν ευκαιρίες για γλέντια τρικούβερτα με λαοφιλείς καλλιτέχνες της εποχής. Ο Τσιτσάνης, ο Μπιθικώτσης, ο Περπινιάδης, ο Παπασιδέρης, ο Παπαγεωργίου, ο Ζάχος, ο Μητσάκης, η συντοπίτισσά μας, Άννα Χρυσάφη, και ο δεξιοτέχνης κλαριντζής Βασίλης Μπατζής είναι μερικοί από αυτούς που εμφανίζονταν στο μεγάλο πανηγύρι των Αγίων, που κρατούσε δυο και τρεις μέρες. Η κατάφυτη από ελαιόδεντρα σημερινή πλατεία γινόταν μια τεράστια ψησταριά που η τσίκνα της απλωνόταν από τις Τρεις Γέφυρες μέχρι τον Πύργο της Αμαλίας. Όλα τα μαγαζιά μετατρέπονταν σε υπαίθριο εστιατόρια. Το καφενείο του Καρβούνη, η «Λαϊκή Αγορά» του Πολύκαρπου, το κρεοπωλείο του Μανούκου, το κρασοπουλειό του Μάρκου, το «Κοσμικό» του Χασάπογλου, το κέντρο του Αχιλλέα, το καφενείο του Κούτα, κ.α. Το πανηγύρι των Αγίων έμμοιαζε με αυτά που γίνονται σήμερα στα κεφαλοχώρια της επαρχίας. Πολλοί από μακρύτερα, ερχόντουσαν την παραμονή, με έτοιμα φαγητά και νταμιτζάνες, έστρωναν κουβέρτες και την επομένη, ανήμερα της γιορτής, προσκυνούσαν την εικόνα των Αγίων και γυρνούσαν στα σπίτια τους.
Πόλος έλξης των ξενύχτηδων ήσαν οι Τρεις Γέφυρες. Την ημέρα το τοπίο είχε μια όψη εξωτική, καθώς το ποτάμι κυλούσε κάτω από τη γραφική πέτρινη γέφυρα. Τα ανθοκήπια και οι θεόρατοι φοίνικες συνέθεταν ένα διαφορετικό σκηνικό. Το βράδυ τα χρώματα άλλαζαν. Εστιατόρια, οικογενειακές ταβέρνες κέντρα με προγράμματα, σώου και βαριετέ για όλα τα γούστα, έδιναν κοσμοπολίτικους τόνους στο εξωτικό σκηνικό. Ο χώρος γύρω από τα κέντρα γέμιζε λιμουζίνες, σούστες και ιπποκίνητα λαντώ. Το μαγαζί του Καρυστινού, το πρώτο της κατηγορίας του, έδινε ξεχωριστή αίγλη στην περιοχή. Άλλα κέντρα όπως του Μπούκλια, του Κακανικάκη, η «Φαντασία» αργότερα, έκαναν την περιοχή των Τριών Γεφυριών έναν από τους πιο αγαπημένους προορισμούς της κοσμοπολίτικης Αθήνας.
Στους Αγίους, στη λεωφόρο Μενιδίου υπήρχει ’’ ο τεκές του Γραβαρά’’. Λέγεται ότι την προπολεμική περίοδο ήταν ένα από τα καλύτερα μαγαζιά στο είδος του, πιάνο - μπαρ με τον φημισμένο «Αράπη», έναν από τους καλύτερους σόλο πιανίστες που εμφανίστηκαν στα νυκτερινά κέντρα της Αθήνας. Το μαγαζί ήταν στέκι επωνύμων καλλιτεχνών, πολιτικών, βιομηχάνων και είχε καλή φήμη. Όμως, την περίοδο της κατοχής, όταν στην εξουσία αναδύθηκαν τα υποπροϊόντα του πολιτικού υπόκοσμου, το μαγαζί έγινε στέκι μαυραγοριτών, χασικλήδων και άλλων κακοποιών στοιχείων που είχαν βρει τον τρόπο να περνάνε καλά, τα δύσκολα εκείνα χρόνια. Ο τεκές έκλεισε το 1947 ύστερα από ένα άγριο έγκλημα με δράστη τον ιδιοκτήτη του. Στο μαγαζί αυτό αναφέρεται στην «Αυτοβιογραφία» του (έκδοση 1978) ο δάσκαλος του ρεμπέτικου τραγουδιού Μάρκος Βαμβακάρης, που καθώς φαίνεται ήταν τακτικός θαμώνας του. «…Ο Γραβαράς είναι τώρα πέντε έξι χρόνια που πέθανε. Ήτανε παλικάρι όμως, παλικάρι που δεν λεγότανε. Ήτανε από ένα νησί των Κυκλάδων, από τη Μύκονο. Ο οποίος ήτανε διαρρήκτης που δεν λεγότανε. Από τους πρώτους. Μεγάλος. Είχαμε κάνει και μαζί φυλακή με τον Γραβαρά, στην Παλιά Στρατώνα. Τον γνώρισα τον άνθρωπο. Ησυχότατος άνθρωπος, κύριος, με όλα αυτά που συζητάμε…». Πιο κάτω, στο ίδιο βιβλίο, η περιγραφή του τεκέ από τον Μάρκο Βαμβακάρη. «Είπαμε υπήρχαν πολλοί τεκέδες, αλλά εκείνος που ήτανε η κορωνίδα των τεκέδων ήτανε του Γραβαρά, απάνω στην Αθήνα, εκεί στην οδό Αγίων Αναργύρων, εκεί που πάμε προς το Μενίδι. Είχε χτίσει ένα χτήμα εκεί, το ‘χε πάρει ο ίδιος και το ‘κανε ευπρεπισμένο. Εκεί πέρασε όλη η Αθήνα…».
Το 1957, ο διάσημος παραγωγός του Ελληνικού κινηματογράφου Φίνος ανακάλυψε στο κτήμα Καλλέρη στου Κοκκινόπουλου, τον ιδανικό χώρο για να δημιουργήσει τα σύγχρονα Στούντιο της Finos Film. Οι Άγιοι Ανάργυροι, διέθεταν, μέσα σε ένα σχετικά περιορισμένο χώρο, μια απίστευτη ποικιλία από φυσικά πλάνα για εξωτερικά γυρίσματα: Ανθοκήπια, ελαιώνες, περιβόλια με πλινθόκτιστες καλύβες, μαγγανοπήγαδα, στέρνες, ποτάμια, σιδηροδρομικές γραμμές, σταθμούς τρένων, παραδοσιακά κτίσματα, «σφιχτό» αστικό τοπίο με στενά σοκάκια, γραφικά ταβερνάκια, μεγάλα εργοστάσια (301), επιβλητικά κτίσματα όπως η βίλλα Μέρλα και το «Τυράδικο» της Α.Β.Ε.Π.Ε.Τ. Φύση και άνθρωποι είχαν στήσει στην περιοχή των Αγίων ένα φυσικό σκηνικό ικανό να εξυπηρετήσει και το πιο απαιτητικό σενάριο. Τα στούντιο της Finos Film στους Αγίους έκλεισαν το 1971. Μαζί τους έκλεισε το σημαντικότερο πλάνο της ζωής του Φίνου και του ελληνικού κινηματογράφου, που φέρνει την υπογραφή του.
Πριν από την εδραίωση του κινηματογράφου ως μέσου μαζικής ψυχαγωγίας, στις λαϊκές συνοικίες και τις γειτονιές της πρωτεύουσας ο Καραγκιόζης είχε μια πολύ σημαντική θέση στην ψυχαγωγία. Στην πόλη μας έζησε για πολλά χρόνια ένας από τους μεγαλύτερους Έλληνες καραγκιοζοπαίχτες και λαϊκούς ζωγράφους της μεταπολεμικής περιόδου, ο Σπύρος Κουζής, ευρύτατα γνωστός και ως Κούζαρος. Πρόσφατα, εγκαταστάθηκε στους Αγίους ένας δεξιοτέχνης καραγκιοζοπαίχτης της νέας γενιάς, ο Θανάσης Σπυρόπουλος.
Στην περιοχή, νωρίτερα από το 1950  υπάρχουν τα πιο κάτω μαγαζιά. Φαρμακείο (Ραπακούλια), σανοπωλείο (Μαυροειδή), φούρνος (Δράσσου), μπακάλικα (Ευσταθίου, Μανούκου), καφενεία (Μανδηλαρά, Καρβούνη), ταβέρνες (Αχιλλέα), χασάπικα (Μαραγκάκη), κουρεία (Αγάθου, Χατζηστυλιανάκη), μάντρες με υλικά οικοδομών (Γερμανού), κ.α. Τα σπίτια που κατασκευάζονται δημιουργούν τους πρώτους πυρήνες στην Τσούμπα, στην Αγίων Αναργύρων, στην Ελιά και στα Μυκονιάτικα. Τα πρώτα λεωφορεία έρχονται από τους Στεφανάκη και Λαγουμιτζή. Πρώτο τέρμα των λεωφορείων είναι οι Βασιλικές Γέφυρες, αργότερα η εκκλησία των Αγίων Αναργύρων και μετά ο χώρος μπροστά από το 1ο Δημοτικό Σχολείο στη συμβολή των οδών Αγίων Αναργύρων και Αγίας Παρασκευής. Στη συνέχεια, το τέρμα μεταφέρθηκε στην Πλατεία Ανάκασας και τέλος στην Αγία Παρασκευή, όπου βρίσκεται μέχρι σήμερα.
Η έλλειψη υποδομών στην περιοχή κάνει τη ζωή πολύ δύσκολη για τους κατοίκους, που ταλαιπωρούνται, ιδιαίτερα το χειμώνα, όταν τα φουσκωμένα νερά του Κηφισού και των παραποτάμων του και η έλλειψη γεφυριών, εκτός από τις Βασιλικές, σε όλο το μήκος του στην περιοχή των Αγίων Αναργύρων, τους αναγκάζει να χρησιμοποιούν μαδέρια και πέτρες για να περάσουν από τη μία όχθη στην άλλη. Οι αγρότες ποτίζουν τα ζώα τους στο ποτάμι. Οι γυναίκες πλένουν εκεί τα ρούχα και τα χαλιά τους και τα παιδιά κάνουν τα μπάνια τους εκεί τα καλοκαίρια. Στην περιοχή καταγράφονται βουστάσια με γελάδια και πρόβατα.
Σε μια προσπάθεια Απογραφής την 16η Οκτωβρίου 1940, Η κοινότητα των Αγίων Αναργύρων το 1940 εμφανίζεται με 4.642 κατοίκους από τους οποίους οι 1.027 ζουν στα Μυκονιάτικα. Με την πάροδο του χρόνου, κατά μήκος του Κηφισού αναπτύσσεται μια ιδιότυπη και χωρίς ουσιαστικές υποδομές Βιομηχανική Ζώνη, όπου αρχικά εγκαθίστανται υδρόμυλοιαλευρόμυλοι και στη συνέχεια εργοστάσια υφαντουργίας που αξιοποιούν τη ροή των 17 υδάτων του ποταμού Η ευρύτερη περιοχή γίνεται πόλος έλξης εργατών και εξελίσσεται σε περιοχή εγκατάστασης και ανάπτυξης μεγάλων υφαντουργείων, όπως η «Χρυσαλλίδα», «Βότρυς», Παπαδόπουλου, Δημητριάδη, κ.α. Κατά την περίοδο της κατοχής, η ζωή γίνεται εξαιρετικά δύσκολη για τους κατοίκους. Η κοινότητα έχει περίπου 200 θύματα λόγω της πείνας, των κακουχιών και των βομβαρδισμών. Είναι, τότε, που ο Κοινοτάρχης Ιωάννης Μέρλας , οργανώνει συσσίτια για τα παιδιά, με αποτέλεσμα να σωθούν πολλοί σημερινοί κάτοικοι από βέβαιο θάνατο. Μοναδικό, επίσης, γεγονός, είναι και η αποφυγή ανατίναξης του Στρατιωτικού Εργοστασίου 301 από τους Γερμανούς κατακτητές την ημέρα της αποχώρησής τους από την Αθήνα. Η έκρηξη των αποθηκών, οι οποίες ήταν γεμάτες εκρηκτικά, θα κατέστρεφε ολοσχερώς την περιοχή σε μεγάλη ακτίνα. Η ανατίναξη αποφεύχθηκε, λόγω της συντονισμένης δράσης μερικών κατοίκων της περιοχής και ιδιαίτερα του Νίκου Κορωναίου, πυροτεχνουργού εργαζόμενου στο 301, που τότε λεγόταν Α.Β.Υ.Π. (Αποθήκη Βάσης Υλικού Πολέμου).
Το Μάρτιο του 1947 αγοράζεται οικόπεδο για την ανέγερση σχολείου. Η Κοινότητα αποκτά φορτηγό και το νερό διανέμεται με βυτία. Τα κράσπεδα των δρόμων, αλλά και αργότερα το κοινοτικό δίκτυο ύδρευσης  κατασκευάζονται με εθελοντική εργασία των κατοίκων των Αγίων Αναργύρων. Τον Ιούλιο του ’47 τα Μυκονιάτικα εντάσσονται στο Σχέδιο Πόλεως και υδροδοτούνται με αγωγό από το Στρατιωτικό Εργοστάσιο 301. Παράλληλα, γίνονται και οι πρώτες προσπάθειες για την κατασκευή κεντρικού δικτύου ύδρευσης.
Στη μεταπολεμική περίοδο το τοπίο αλλάζει ραγδαία. Οι, μέχρι τότε, καλλιεργήσιμες εκτάσεις οικοπεδοποιούνται. Σπίτια παράνομα ξεπετάγονται μέσα σε μια νύχτα. Γειτονιές ολόκληρες φτιάχνονται με κινηματογραφική ταχύτητα. Πλάι στους παλιούς καλλιεργητές έρχονται βιομηχανικοί εργάτες, οικοδόμοι, κλπ. Κάτω από αυτή την πίεση, νέες περιοχές εντάσσονται στο Σχέδιο Πόλεως βιαστικά, χωρίς μελέτες και υποδομές, δημιουργώντας έτσι περαιτέρω προβλήματα. Παρόλα αυτά, το κέφι των κατοίκων είναι ζωντανό. Τα γλέντια γίνονται στις ελιές, πίσω από την πλατεία, με όργανα, μουσικούς, πίστα, φαγητό και χορούς. Παρόντες όλοι. Το ίδιο και στα πανηγύρια των Αγίων Αναργύρων, της Αγίας Παρασκευής, των Αγίων Ακινδύνων (το πιο παλαιό μεταβυζαντινό εκκλησάκι) και του Εσταυρωμένου. Οι καραγκιοζοπαίχτες (Κούζαρος) δίνουν παραστάσεις, ενώ διοργανώνονται αγώνες κατς, καλλιστεία και έρχονται τα τσίρκα με τα άγρια ζώα, το ‘’Βαρέλι του θανάτου’’ τους ‘’παραμορφωτικούς καθρέπτες’’, το ‘’μαλλί της Γριάς’’ . Οι κάτοικοι των Αγίων Αναργύρων αυξάνονται και διασκεδάζουν καλά παρά τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν στην καθημερινότητά τους. Αρχίζει να αναπτύσσεται ο αθλητισμός με την ίδρυση πολλών σωματείων, όπως η Ένωση, η Ελπίδα, η Καραμεραϊκός, ο Σπύρος Λούης, αργότερα η χούντα τα συγχώνευσε με το όνομα «Ένωση», με εξαίρεση την «Ελπίδα». Τα καλοκαίρια, οι κάτοικοι εξορμούν ομαδικά προς τη θάλασσα πάνω σε γεμάτα κόσμο φορτηγά. Τα απογεύματα σουλατσάρουν στη Μενιδίου που αποκαλείται νυφοπάζαρο, ενώ το βράδυ το γλέντι ανάβει στην «ταβέρνα» του Γκραβαρά. Τη δεκαετία ’60-’70 οι Άγιοι Ανάργυροι έχουν 8 κινηματογράφους και τα εισιτήρια που κόβουν είναι αδιανόητα για τη σημερινή εποχή. Να και οι κινηματογράφοι της εποχής. Η καλοκαιρινή Ντάλια, των Ζουρμπουλή, που είχε χωρητικότητα πάνω από 850 θέσεις. ΄Ανοιξε το 1949 και διατηρήθηκε 27 καλοκαίρια μέχρι το 1976 .  Ο χειμερινός Ορφέας (1956-1971), η ‘’αυγουλού των Ζουρμπουλή, Σύλια και Κοκάλα, καθώς για ηχομόνωση ήταν επενδυμένος με αυγοθήκες. Το Ρόξυ (1959 – 1974), των Ζιάννηδων, επί της Λεωφόρου Μενιδίου, απέναντι από το ίδρυμα Μητέρα. Η Αθηνά (1962-1992), του Κυριάκου Κερασιώτη, καλοκαιρινός και χειμερινός. Το καλοκαρινό Ίλιον (1962 – 1969), 700 θέσεων επί της οδού Κύπρου. Το Λίντο (1965-αρχές δεκαετίας ’80), λειτουργούσε χειμώνα – καλοκαίρι. Το φαινόμενο υποχωρεί μόνο με την έλευση της τηλεόρασης. Σε εκείνα τα  χρόνια του ελληνικού κινηματογράφου λειτουργούν στους Αγίους Αναργύρους τα στούντιο της Finos Film. Η φιλαρμονική συνεχίζει τη λειτουργία της εξακολουθώντας να είναι φυτώριο και πόλος έλξης παιδιών και κατοπινών μουσικών που θα διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στα μουσικά πράγματα της χώρας μας τις επόμενες δεκαετίες (Spiders, Πολλάτος, Ήλιος, OPA, Πυξ-Λαξ κ.ά.).
Στα αξιοθέατα της περιοχής είναι τα εξής: α) Η Ελιά του Πεισίστρατου, πίσω από την εκκλησία των Αγίων Αναργύρων. Λέγεται ότι είναι 2.500 ετών, και ήταν μέρος του αρχαίου ελαιώνα των Αθηνών που έφτανε μέχρι τις παρυφές της Πάρνηθας. Από το Δήμο έχει χαρακτηριστεί ως διατηρητέο  μνημείο φυσικής ιστορίας. Με χορηγό την Εταιρεία Μινέρβα εκπονήθηκε, μια μελέτη για την Ελιά που αποτέλεσε εκπαιδευτικό υλικό περιβαλλοντικής εκπαίδευσης (μάθησης και ευαισθητοποίησης) των μαθητών των Δημοτικών Σχολείων του Δήμου. β) Ο Ναός των Αγίων Ακινδύνων. Ναίσκος μεταβυζαντινής περιόδου, ρυθμού Βασιλικής από τα σπάνια έργα αυτής της μορφής. Στην εκκλησία των Αγίων Ακινδύνων τελούνται μόνο ιδιωτικές λειτουργίες και μνημόσυνα.
γ)Ο Εσταυρωμένος.
Ναϊσκος μεταβυζαντινής περιόδου, ρυθμού Βασιλικής. Η εκκλησία λειτουργεί κάθε Κυριακή και κατά την ημέρα της εορτής της 14 Σεπτεμβρίου, ΄Υψωση του Τιμίου Σταυρού. δ) Τον Ιούνιο του 1985 σε αποχετευτικό σκάμμα της οδού Δόξης (πρώην Μεσολογγίου), της περιοχής Ανάκασα, βρέθηκε και δυστυχώς καταστράφηκε αρχαίος τάφος. ε)Για την περιοχή της Ανάκασας έχουμε μέχρι σήμερα μόνο μια είδηση στην Αρχαιολογική εφημερίδα του 1919, ότι νότια του πύργου της Βασιλίσσης Αμαλίας βρέθηκαν δύο επιτύμβια του 4ου π.Χ. αιώνα. στ) στη βόρεια πλευρά της Τούμπας υπήρχε από τότε που ήμουν μικρός, τάφος μάλλον της ρωμαϊκής περιόδου.  
 
 (πηγή: http://www.agan.gov.gr/web/guest/history, Α. Μηλιώνης, 2008).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου